Δευτέρα 3 Δεκεμβρίου 2012

Ισπανία (δημοσιεύτηκε στη Νέα Εγνατία)


Ξεκινάς εν μέσω κρίσης, με αμφιλεγόμενα αισθήματα και προθέσεις για το ταξίδι. Η επιλογή μιας χώρας με ομοιότητες οικονομικής φύσης βοηθάει στην άρση των ενοχών. Ο λόγος για την Ισπανία.
Μια Ισπανία αυτοκρατορική, κυρίαρχη, καθολική, «ακουμπάει» σε ωκεανό, Αφρική, Ευρώπη και Μεσόγειο, με πλούτο γης, ανθρώπων και παρελθόντος, με παρούσες τις εναλλαγές κυριαρχίας κι επιβολής κατάκτησης κι υποταγής να παραπαίει σήμερα οικονομικά. Αν αυτό φαντάζει αδύνατο, η άφιξή σου το καθιστά ανεξήγητο.
Κουβαλάς από παιδί στο μυαλό τις κατατάξεις που αφορούν τις μεγάλες χώρες. Μητροπολιτικές, δυνατές, μικρές, επεκτατικές, βασανισμένες, αδικημένες, αιματοβαμμένες, επιβλητικές, βιασμένες, ιστορικές, σημαντικές, αδιάφορες, άγνωστες, ελκυστικές, παραμυθένιες, ναοί τεχνολογίας, εργαστήρια τέχνης, αποικιοκρατικές κι αποικίες, απάνεμα λιμάνια, αλλά δυναμικές, παραγωγικές, οργανωμένες, ανερχόμενες και παρούσες.
Η Ισπανία είναι έκπληξη. Λίγο ή πολύ τα έχει όλα. Οι δυο πόλεις που τώρα επισκέφτηκα, Valencia και Barcelona, σου προσφέρονται γενναιόδωρα για να τις ζήσεις, εξερευνήσεις, θαυμάσεις, να χαλαρώσεις, να προβληματιστείς, να διαλέξεις κομμάτι από την ιστορία, την τέχνη, το παρελθόν, το παρόν, το μέλλον, το ανθρώπινο και το απρόσωπο, τις ανοιχτές απλωτές παραλίες και τα ανήλια σοκάκια.
Να αφεθείς στην αύρα της θάλασσας, να πνιγείς στις μυρωδιές μιας πυκνοκατοικημένης συνοικίας, να αγναντέψεις από πανύψηλα κτίρια, να νιώσεις τη μεγαλοπρέπεια μιας χαμένης αίγλης από κτίρια των προηγούμενων αιώνων. Να παίξεις και να κυλιστείς σε άσπρη φρεσκοκαθαρισμένη άμμο, να δροσιστείς κάτω από φοίνικες σε καλοσχεδιασμένα παγκάκια.
Θα σε συνεπάρει ο ήχος των νερών των σιντριβανιών σε καλοσχεδιασμένες πλατείες, μέρος κι εσύ ενός πολυπολιτισμικού πλήθους.
Εκεί που ξεχνάς ποια είσαι, από πού ήρθες και πού πηγαίνεις. Το δειλό χαμόγελο του σερβιτόρου θα σου θυμίσει ότι στον 21ο αιώνα είσαι, αναζητώντας μια άλλη χώρα μέρος του Mediterranean Sea μας, χώρας του Cervantes, Francisco Goya, Julio González, Federico Garcia Lorca, του Salvator Dali, του Diego Velázquez, του Carlos Saura, του Joan Mirò, του Antoni Gaudí, του Pedro Almodóvar, του Enric Miralles, του Luis Buñuel, του Santiago Calatrava, του Julio Iglesias, του José Carreras, του Pablo Picasso, αλλά και του Franco, της Dolores Ibàrruri (La Pasionaria) και των εργατών της Seat, της Ιεράς Εξέτασης, αλλά και των Βάσκων.
Κι όμως, οι πόλεις αυτές, ενώ σ’ αφήνουν να τις κοιτάξεις, να τις θαυμάσεις, να τις εξερευνήσεις, δε σε κρατούν σε απόσταση τουρίστα. Καταλαβαίνω όλους αυτούς, και του εαυτού μου συμπεριλαμβανομένου, ότι παρόλη την έλλειψη γνώσης της γλώσσας νομίζεις ότι δε θα φύγεις ποτέ, θα παραμείνεις μέρος των, χωρίς την αγωνία της μετεγκατάστασης, τη δυσκολία προσαρμογής. Νομίζεις ότι ήσουν και θα είσαι εδώ.
Τι το κάνει αυτό, να αισθάνεσαι ενσωματωμένος; Θα μπορούσε να είναι η ομορφιά που γι’ αυτήν θυσιάζεις την οικειότητα του μέρους προέλευσής σου, η ευγένεια των ανθρώπων; Μια φυσική πηγαία ανθρώπινη συμπεριφορά. Άνθρωποι που σε κάνουν να νιώθεις οικεία, ούτε πολύ κοντά, ούτε μακριά, που σε κοιτούν στα μάτια, που στο πρόσωπό τους αχνοφέγγει ένα θλιμμένο διστακτικό χαμόγελο. Δεν συναντάς δουλικότητα, επιθετικότητα, αμφιλεγόμενη στάση. Αντίθετα, διακριτικότητα και αυτοκυριαρχία, χωρίς νεύρωση. Αναρωτιόμουν πού τη βρήκε τόση νεύρωση ο Pedro Almodóvar και τη διέδωσε σ’ όλο τον κόσμο; Σεμνότητα στις κινήσεις και τα υλικά, της ένδυσης, εξυπηρέτησης. Μου άρεσαν τα ανάλαφρα βαμβακερά ανδρών και γυναικών, τα καλοσχεδιασμένα άνετα κι όχι προσποίησης υποδήματα. Όση σπατάλη και φόρτωση στο κτιριολογικό design, τόση λιτότητα στους ανθρώπους, στις μάνες με τα καροτσάκια, στον οδηγό του ταξί με το φρεσκοπλυμένο σιελάκι του, στον τρελαμένο μπαμπά με τα σανδάλια του να ακολουθεί το με μάτια κάρβουνο βλαστάρι του.
Με συνεπήρε η καθαριότητα, η ποιότητα τροφής, η προώθηση της παραδοσιακής διατροφής. Με τόσα αλλεπάλληλα κύματα ξένων επισκεπτών διατηρείται μια καθαρότητα στις γεύσεις και συνήθειές τους.
Πώς θα μπορούσε να προσπεράσει κανείς τα κομψά, λευκά κιόσκια με τις κυρίες που προσφέρουν το horchata (orgeat) στο Ciudad de las Arts y de las Ciencas του Santiago Calatrava, σε ό,τι πιο σύγχρονο στην αρχιτεκτονική έχει ο κόσμος. Δροσίζεσαι με χαμόγελο, άποψη, ενώ γίνεσαι ένα σ’ αυτό που θα το έλεγες ουτοπία, αλλά δεν είναι. Είναι όπερα, Palau de las Arts Reina Sofia, Μουσείο Επιστημών, Museo de las Ciencas Principe Felipe, L’ Hemisferic, Ωκεανογραφίας, L’ Oceanografic (αρχιτέκτονας Felix Candel), χώρος άθλησης, Agora. Σχολιάζει ο οδηγός ταξί τη χρησιμότητα των κτιρίων-θηρίων που εσύ αποθεώνεις κι αυτός εύστοχα, με μια πρόταση, χωρίς κομπασμό, λέει την τρέχουσα πραγματικότητα του απλού βιοπαλαιστή «Όλοι για τον Calatrava δουλεύουμε...».
Δεν ήταν η Ciudad de las Arts y de las Ciencas που σε θέτει επί του προβληματισμού για την έκρηξη αρχιτεκτονημάτων και τον ρόλο τους στην κοινωνία. Κτίρια κοσμήματα, έργα τέχνης αναμφισβήτητης ομορφιάς κοσμούν τις δύο πόλεις. Οργανωμένα, επιδεικτικά κι επιλεκτικά τοποθετημένα σε καλούν να τα θαυμάσεις και να αναρωτηθείς το πώς της υλοποίησής τους.
Ποιες διαδικασίες γραφειοκρατίας, ποιες αγκυλώσεις, απόψεις, γνώμες, πολιτικές, συμφέροντα, διαβουλεύσεις ξεπεράστηκαν; Ποια αυτοδιοίκηση επέτρεψε κι αναδιπλώθηκαν; Ποια αυτοδιοίκηση εμπιστεύτηκε και ποιων φιλοπάτριδων εμπνευσμένων πολεοδόμων το όραμα για ανάπλαση; Ποια ήταν τα επιχειρήματα που έπεισαν για τις παρεμβάσεις, απαλλοτριώσεις, διαμαρτυρίες και συγχύσεις για να μπορώ εγώ, εσύ, να μετουσιωθούμε αυτό το εικαστικό θαύμα;
Και δε θα ακούσω καμία φωνή που θα θέλει να μου μειώσει την ευχαρίστηση. Έχω επιχειρήματα. Δεν είναι εκτός λειτουργικότητας. Σκέφτομαι τα παιδιά εκείνα που καθώς πηγαίνουν σχολείο προσπερνούν αυτά τα κτίρια, σκέφτομαι τα παιδιά που το μάθημα γεωγραφίας, φυσικής ιστορίας, φυτολογίας για τον τόπο τους το βιώνουν σε ένα κτίριο που από μόνο του είναι ποίημα, El Museu Blau των Herzog & de Meuron. Τουλάχιστον, αναφώνησα, τα λεφτά που ξοδεύτηκαν έπιασαν τόπο. Μήπως κι όλα αυτά που παρέμειναν από την ιστορία δεν κατανάλωσαν πόρους, εργατοώρες, ζωές και μόχθο;
Ποιος υπολογίζει τις ώρες του Σινικού Τείχους, των Πυραμίδων, κι άλλων ουκ έστιν αριθμός;
Ισπανία. Ταξίδι στο χρόνο. Την ώρα που σε κουράζει, υπάρχει μικρή έκπληξη, εκεί, στη γωνία που σε περιμένει για ένα άλλο σημείο του χρόνου, σε ένα άλλο tête-à-tête με την ομορφιά.
Εάν είπες «παραμύθι δε θα μου ξαναπούν», γελάστηκες. Ξέρεις τι σημαίνει καθαρός ουρανός, ήλιος λαμπερός κι αστραφτερός, πλακίδια, κούρβες, φόρμες, μεταφορές της χλωρίδας και πανίδας να ακολουθούν την πέτρα, να την οδηγούν σε σχήματα προς τέρψιν των ενοίκων και επισκεπτών; Casa Battló, Casa Milà (La Pedrera), Parc Güell, παραμυθένιος κόσμος, ανατρέπει η λεπτομέρεια της φαντασίας την άγρια πραγματικότητα.
Δεν ήταν εύκολο γι’ αυτόν, τον Antoni Gaudí, αν ετοιμάζεστε να μου πείτε. Η δεκαετία του από το 1910 ήταν δύσκολη. Η Sagrada Família, και το Parc Güell να μείνουν ανολοκλήρωτα. Πρόλαβε όμως κι αφηγήθηκε μια άλλη πραγματικότητα. Το δικαίωμα να βιώνεις στην αγριάδα της αστικοποίησης, της νέας βιομηχανικής περιόδου, ένα παραμύθι.
Είναι για λίγους θα μου πείτε, μήπως εγώ κι αυτοί των Δυτικών Προαστίων, της χώρας μου την ίδια πραγματικότητα βιώνουμε; Τουλάχιστον η θέα τους, αν όχι η χρήση τους, θα έδινε μικρή χαρά στον περίπατο μιας Κυριακής.
Ο ενοχοποιημένος άνθρωπος του 21ου αιώνα είτε είναι επισκέπτης, είτε βαστικός διαβάτης της Passeig de Gracia φιλί δέχεται από τη νεράιδα του εν τη παραμυθία της οδού.
Γυρίζει και την αναζητά στο μπαλκόνι της Casa του. Πίσω από τα φιλντισένια κύματα, πίσω από τις δασώδεις σιδεριές των μπαλκονιών, να λιάζεται.
Κι αν στη βόλτα σου χαθείς μέσα στα στενά, όπου τα «χαμένα» παιδιά αναζητούν τη δική τους γωνιά, ο ιδιοκτήτης του καφέ, ένα μεταναστευτικό πουλί κι αυτός, θα σε προστατεύσει υπενθυμίζοντας ότι πρέπει να προστατεύσεις την ακριβή κάμερα και φουσκωμένη τσάντα σου. Ο λογαριασμός ήρθε σε ένα μαστραπαδάκι εμαγιέ, που μετακόμισε θαρρείς από την κουζίνα της μαμάς σου, ταλαιπωρημένο, τόσο οικείο, απλό, αλλά τόσο γενναιόδωρο για τη μνήμη σου.
Ο ημιτελειωμένος ναός της Sagrada Família θα σ’ ανταμείψει για τη ώρα αναμονής εισόδου. Αφήνεις το σαρκίο σου και ταπεινά υποκλίνεσαι στο Θείο. Μέγεθος, τέχνη, τεχνική, φαντασία σε καθηλώνουν, επιβάλλουν την κατάνυξη, επιτρέπουν το «Ωσαννά». Εκεί χάνεσαι στη Βίβλο, εκεί νιώθεις την ανάγκη να αποτίσεις φόρο τιμής στην τελευταία κατοικία του μάστορα αρχιτέκτονα, του Antoni Gaudí. Τον ευχαριστώ που τίμησε τα όμορφα, αλλά και αποκρουστικά ζώα, προκειμένου να «αφηγηθεί», που ύμνησε τους υμνωδούς, που κατέταξε τους μουσικούς δίπλα στους αγγέλους, τη χελώνα δίπλα στον χαμαιλέοντα. Τον ευχαριστώ γιατί χάρισε χαμόγελο στους νέους που δουλεύουν ακόμη τις πέτρες της Sagrada. Είδα την ευχαρίστηση που έχει ο τεχνίτης, ο μάστορας, όταν του δίνεται η ευκαιρία του πράττειν και δημιουργείν. Δεν είναι λίγο στην εποχή μας.
Λιάστηκα στην Placa Reial, στροβιλίστηκα στις La Ramblas, βυθίστηκα στη μυρωδιά του καφέ, κράτησα τη γεύση της Paella Negra, στα κόκκινα κρασιά που κρύβουν μέσα τους αεράκι Μεσογείου κι ήλιο μεσοκαλοκαιριού (Cambra, Bodega Rafael Dos, Anecoop Frare, Mustiquillo Finca Terrezazo, Mustiquillo Bodeggs Mestizaje, Cellar del Roure Les Alcasses).
Χαμογέλασα με την υπερηφάνεια των ανθρώπων, των αδελφών χωρών της Ισπανίας, μοιράστηκα μαζί τους τη χαρά όταν ανακαλύπτεις κάτι δικό σου, εννοώ αυτούς της Λατινικής Αμερικής. Δεν αντιδρούσαν ως κατακτημένοι, αντιδρούσαν σαν να συναντούσαν την όμορφη μάνα. Ήταν έτσι ή έτσι ήθελα να είναι;. Δεν περιμένω απάντηση.
Προχωράω στην παλιά πόλη μαζί με εκατοντάδες επισκέπτες. Όλοι αναζητούν τη γοητεία της ιστορίας, να αγγίξουν τον χρόνο, στα απομεινάρια του, να υποδυθούν τον κάτοικο του Μεσαίωνα. Βοηθά η αναπαλαίωση, η συντήρηση, η επιμέλεια, η Εκκλησία, το μέγεθος, η αρχιτεκτονική, το σκιερό, το άλλο. Η ιστορία που έρχεται από το λιμάνι ακολουθεί τα βήματα του έμπορου και σε μεν τη Valencia καταλήγει να διαπραγματευτεί την πραμάτεια του στην Mercado Central ή στην La Lonja, στην Barcelona θα ακολουθήσει τα στενά του Barri Gotic μην και συναντήσει πίσω από την κουρτίνα του αρχοντικού την καλή του λίγο πριν το κομμάτι χρυσού που ως τάμα φέρνει στην La Seu, καταθέσει.. Τα χρυσάφια των εμπόρων πειρατών, ο πλούτος της οικουμένης ήρθε και εναποτέθηκε στο τέμπλο του καθεδρικού. Εμείς προσκυνούμε τα πάθη και την Αγιότητα, ξεχνά τη λάμψη και το «πόθεν έσχες» του ναού.
Δεν τελειώνει η εμπειρία, δεν έχει τελειωμό η έκπληξη και εκεί στους πρόποδες του Montjuic, στο Font Magica, στις κολώνες τις Βενετσιάνικες, της Placa d’ Espanya στο μεγαλειώδες της Arenas de Barcelona, του Palau Nacional, οι Μεξικάνοι που ζουν στη Barcelona, γιορτάζουν και σε καλούν στη γιορτή ανεξαρτησίας τους. Διακριτικά στο πλάι, στέκεται ο Mies van der Rohe, ο υμνητής της λιτότητας, της άψογης γραμμής, ο ισορροπιστής της αναλογίας με το Pavilion του 1929.
Ολοκληρώνεται η επαναφορά του χρόνου με το El Poble Espanol, ένα αρχιτεκτονικό κι όχι μόνο ταξίδι. Ένα-ένα τα διαμάντια, 116 κτίρια, επιλέχτηκαν από την Ισπανική επικράτεια κι αναπαράχθηκαν δημιουργώντας για ένα φανταστικό χωριό παρακαταθήκη προς τις νέες γενικές για ανάδειξη της σπουδαιότητας της χώρας ως δώρο προς τους επισκέπτες της έκθεσης του 1929 και στους μετέπειτα όπως εγώ. Δεν θα επέλεγα το «τουριστικός» ως επιθέτου του χώρου. Ο χώρος ζωντανεύει και ζει με τους εγκατεστημένους εκεί καλλιτέχνες, δημιουργούς, λειτουργώντας ως χώρος διασκέδασης το βράδυ. Χάρηκα με τους χαράκτες, δερματοτεχνίτες, μάστορες του γυαλιού που δημιουργούν και δίνουν πνοή ζωής σε ένα πολυσύχναστο αξιοθέατο. Θαύμασα τα δημιουργήματά τους.
Αισθάνθηκα ότι περίμενα εν μέσω της μεγάλης πλατείας τον σκηνοθέτη να θέσει σε κίνηση εμάς, στους ρόλους μας, να παραγγείλουμε τα προικιά μας στην εύθραυστη κεντήτρια, το κρασί και τυρί μας στον παχουλό παραγωγό.
Αυτό το συνεχές πήγαινε έλα στους αιώνες και τις εκφάνσεις τους κάνουν το ταξίδι μοναδικό.
Περπατώντας στην παραλία της Valencia ήμουν σίγουρη ότι από το καράβι του, στο λιμάνι, θα συναντούσα τον Simon Bolivar για να ελευθερώσουμε όχι τη Λατινική Αμερική, αλλά να κατακτήσουμε την Ισπανία. Να την κάνω δική μου. Τα ζευγάρια που χόρευαν meringue και salsa στο διπλανό club με επανέφεραν στο παρόν. Ζήλεψα τον χορό τους, τον ήχο, το ισπανικό πάθος, ευχήθηκα τη συνέχειά τους.

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου